Ιστορίες για το αρχαίο νεκροταφείο της Κηφισιάς

Ένας πρόγονός μας από το αρχαίο νεκροταφείο της Κάτω Κηφισιάς φωτό Γιάννης Γρηγοράκος

Από τον Νοέμβριο 2016,  στα πλαίσια των ομιλιών του  Ελεύθερου  Πανεπιστημίου του Δήμου Κηφισιάς, ομάδα αρχαιολόγων, ιστορικών, ιστορικών της τέχνης, ειδικών συντήρησης και άλλων επιστημόνων έχει αναλάβει την παρουσίαση εκλαϊκευτικών ομιλιών με θέμα την ιστορία και την τέχνη. Ο κύκλος μαθημάτων παρουσιάζεται υπό τον συντονισμό των : Δημήτρη Σκιλάρντι, Εφόρου Αρχαιοτήτων ε.τ. και Λίας Βαλάτα-Τσιάμα, Φιλολόγου-ερευνήτριας, υπό τον γενικό τίτλο «Πολιτισμός, Αρχαιολογία, Τέχνη και Σύγχρονη Έρευνα», με σκοπό την ανάλυση θεμάτων με έμφαση στην πολιτιστική μας κληρονομιά.

Η δεύτερη ομιλία του παραπάνω κύκλου αφιερώθηκε στην αρχαιότερη ιστορία της Κηφισιάς και στη μεγάλη ιστορική και αρχαιολογική σημασία του αρχαίου νεκροταφείο του δήμου.  Το νεκροταφείο ανακαλύφθηκε  το 2001 στη συμβολή των οδών Αχαρνών και Σωκράτους, στα δυτικά του ηλεκτρικού σταθμού ΗΣΑΠ. Η ανακάλυψή του  ακολούθησε τη δρομολόγηση αρχαιολογικού ελέγχου, το 1999,  σε όλες τις εκσκαφικές εργασίες για την ανέγερση νέων οικοδομών. Μέχρι τότε, οι αναφορές στην αρχαιότερη ιστορία της Κηφισιάς περιορίζονταν σε παλιά ευρήματα του περασμένου αιώνα, τα οποία αφορούσαν κατά κύριο λόγο τον ταφικό θάλαμο του Ηρώδη Αττικού και πολλά μαρμάρινα έργα από την έπαυλη του διάσημου μαικήνα. Οι ανασκαφές  της B’ Εφορείας Αρχαιοτήτων Αττικής υπό τον συντονισμό του αρχαιολόγου Δημήτρη Σκιλάρντι, Εφόρου Αρχαιοτήτων ε.τ.,  επεξέτειναν τις γνώσεις μας για τον αρχαίο δήμο, κατά μία χιλιετία πριν τον 2ο αι. μ.Χ., όταν έζησε και έδρασε ο Ηρώδης. Τα ευρήματα συμπεριλήφθηκαν αμέσως στην εκθεσειακή δομή του αρχαιολογικού μουσείου Κηφισιάς, που εγκαινιάστηκε το 2004 στη συμβολή των οδών Γεωργαντά και Κασσαβέτη. Η θέση και η μορφή του μουσείου επελέγησαν έχοντας κατά νου τον τουριστικό και περιηγητικό άξονα που συνδέει την Αθήνα με το κέντρο του δήμου. Το πλήθος και η γεωγραφική προέλευση των πολυπληθών εκθεμάτων προέρχονταν όχι μόνο από την Κηφισιά, αλλά από  όλους τους δήμους των βορείων προαστίων.

Εκείνες οι πρώτες εργασίες υπήρξαν χρήσιμες και για έναν ακόμα λόγο.  Ο οικοδομικός έλεγχος επέτρεψε σε ομάδα αρχαιολόγων της Εφορείας Αρχαιοτήτων να προβεί σε ανασκαφικές έρευνες, που διενεργήθηκαν σε πολλές θέσεις του δήμου. Οι ανασκαφές απέδειξαν την παρουσία αρχαίων νεκροταφείων και οικοδομών σε διάφορες θέσεις της περιοχής από το Κεφαλάρι μέχρι τον Ηλεκτρικό Σταθμό, δηλαδή της  περιοχή όπου εκτεινόταν στην αρχαιότητα  ο αρχαίος οικισμός. Οι έρευνες φανέρωσαν τον πλούτο του αρχαίου δήμου και ότι  ο πυρήνας της κατοικημένης ζώνης δεν εκτεινόταν σε μία ενιαία και συνεχή έκταση, αλλά ότι ο οικισμός έχοντας αγροτικό χαρακτήρα, περιλάμβανε αγρούς με οικίες, συστάδες τάφων και δρόμους που οδηγούσαν από τις παρυφές προς το κέντρο. Η ανακάλυψη του νεκροταφείου των οδών Αχαρνών και Σωκράτους, που προαναφέραμε,  αποτελεί ορόσημο στην αρχαιολογία των βορείων δήμων, αφού  αυτό ανήκε σε ένα κεντρικό και συστηματικά οργανωμένο νεκροταφείο της Κηφισιάς, με τάφους  πολλών εποχών και μία μακρά ιστορική εξέλιξη.

Το νεκροταφείο ανασκάφηκε στην περίοδο 2001-2002. Η ομιλία του Δημήτρη Σκιλάρντι, Εφόρου Αρχαιοτήτων, ε.τ., που παρουσιάστηκε πρόσφατα, επικεντρώθηκε στα μοναδικά ευρήματα του οικοπέδου Αχαρνών και Σωκράτους. Η έρευνα έφερε στο φως περί τους 200 τάφους, με διαχρονική πορεία από τον 9ο αι. π.Χ. μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ.  Στην ομιλία του κ. Σκιλάρντι, έγινε εκτενής αναδρομή στην χρήση του νεκροταφείου και στα ταφικά έθιμα ανά τους αιώνες.  Αυτό που χαρακτηρίζει το νεκροταφείο της Κηφισιάς κατά τον  8ο αι. π.Χ. είναι η παρουσία  μνημειωδών λακκοειδών τάφων,  τον 7ο αι. π.Χ.,  ενώ σε όλο τον 5ο και τον 4ο αι π.Χ., μεγάλων πυρών σε λάκκους για την αποτέφρωση των νεκρών,  και κιβωτιοσχήμων τάφων και σαρκοφάγων. Στην κλασική περίοδο οι τάφοι  σημαίνονταν με μνημεία και μαρμάρινες ληκύθους. Γενικά, από την εποχή του Παρθενώνα (5ος αι. π.Χ.) μέχρι την υστερορρωμαϊκή περίοδο (4ος αι. μ.Χ.), οι λιγότερο πλούσιοι τάφοι ήταν απλά ορύγματα ή κεραμοσκεπείς καλυμμένοι με κεραμίδες στέγης.  Η διερεύνηση του εσωτερικού των τάφων απέδωσε πλήθος σπουδαίων κτερισμάτων. Βρέθηκαν γραπτά αγγεία, χάλκινα όπλα και πολλά αντικείμενα της καθημερινής ζωής. Οι παραστάσεις των αγγείων  αναφέρονται στην καθημερινή ζωή, σε σκηνές του γυναικωνίτη ή σε αθλητικά δρώμενα. Το νεκροταφείο αποτελούσε μικρογραφεία του Κεραμεικού, σε ότι αφορά την μορφή, την  πυκνότητα και τις διαστάσεις των μεγάλων λακοειδών πυρών. Εκεί, στην γεωμετρική περίοδος είχαν ταφεί μέλη ενός ισχυρού γένους. Σε ένα λακκοειδή τάφο βρέθηκε ανδρικός σκελετός που συνοδευόταν από ένα αγγείο και ένα σιδερένιο ξίφος.  Σε κεντρική θέση, η ανασκαφή αποκάλυψε τρείς μεγάλες λακκοειδείς ταφές της γεωμετρικής περιόδου (8ος αι. π.Χ.). Μία από αυτές ήταν ενταφιασμός που συνοδευόταν από μεγάλο σπάνιο αμφορέα με παράσταση μεταλλικών τριπόδων. Δίπλα, ο μεσαίος τάφος της ίδιας ομάδας ήταν γεμάτος με ζωγραφιστά αγγεία. Ο νεκρός είχε ενταφιαστεί σύμφωνα με την ηρωική πρακτική, όπως αυτή περιγράφεται στα Ομηρικά Έπη.  Στην μία άκρη του λάκκου βρέθηκε ένας χάλκινος λέβητας που περιείχε τα αποτεφρωμένα οστά ηγεμονικού προσώπου της περιοχής. Αυτή η ταφή όπως και οι άλλες δύο ανήκαν σε σημαντική αριστοκρατική οικογένεια της Κηφισιάς.

Δυστυχώς, η καταστροφή του νεκροταφείου που ακολούθησε την ανασκαφή (2002), έγινε μετά από σχετική γνωμοδότηση του ΚΑΣ, του αρμοδίου οργάνου Υπουργείου Πολιτισμού, προφανώς εξαιτίας λανθασμένης εκτίμησης. Η καταστροφή στέρησε την Κηφισιά από έναν επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο τεράστιας ιστορικής και αρχαιολογικής σημασίας. Το νεκροταφείο αποτελούσε αδιάψευστη μαρτυρία της μεγάλης αρχαιότητας του Δήμου Κηφισιαίων. Ο τότε δήμαρχος της Κηφισιάς Βασ. Βάρσος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια διάσωσης του μνημείου. Με πιεστικές παραστάσεις του προς το ΥΠΠΟ  πρότεινε τη διατήρηση του αρχαίου νεκροταφείου, προκειμένου να αποτελέσει επισκέψιμο αξιοθέατο. Επίσης, για να ικανοποιηθεί η διεκδίκηση του οικοπεδούχου, πρότεινε την παραχώρηση ενός αντίστοιχου οικοπέδου του δήμου, σε άλλη θέση. Η απροσδόκητη καταστροφή του νεκροταφείου προκαλεί και σήμερα δικαιολογημένες απορίες. Υπάρχει η ελπίδα ότι στο νέο μουσείο θα υπάρξει πρόβλεψη ώστε μικρός αριθμός από τα ταφικά μνημεία, δηλαδή ομάδα από τις σαρκοφάγους και τις μεγάλες ταφικές πυρές που αποσπάσθηκαν από το οικόπεδο και φυλάσσονται στο ύπαιθρο, στη θέση Φυτώρια, να εκτεθούν στο νέο υπό ετοιμασία μουσείο, αφού η επιστημονική τους σημασία είναι εξέχουσα. Η ανάδειξη αυτών των σπαραγμάτων θα αποτελέσει υπόμνηση για την μεγάλη ιστορική σημασία του νεκροταφείου της Κηφισιάς.

 

 

 

Ο Δημήτρης Σκιλάρντι σπούδασε Προϊστορική και Κλασική Αρχαιολογία στην Φιλοσοφική  Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Eίναι κάτοχος Μεταπτυχιακού και Διδακτορικού Πτυχίου του Πανεπιστημίου  Πρίνστον των ΗΠΑ (1978).  Στις ΗΠΑ εργάσθηκε ως επιστημονικό μέλος στo Πανεπιστήμιo της Πενσυλβανίας.  Ως καθηγητής πανεπιστημίου δίδαξε σε πολλά πανεπιστήμια της Αμερικής και της Ευρώπης. Σκιλάρντι

Ο Σκιλάρντι πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην Αρχαιολογική Υπηρεσία από το 1979 ως το 2011.  Του  έχουν απονεμηθεί πλήθος βραβείων και έχει εποπτεύσει πλήθος ανασκαφών. Υπήρξε διοργανωτής και συνδιοργανωτής διεθνών αρχαιολογικών συνεδρίων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.  Έχει γράψει βιβλία,  επιστημονικές εργασίες και πρακτικά συνεδρίων.

Το 1998 θεμελίωσε το Ινστιτούτο Αρχαιολογίας Πάρου και Κυκλάδων, που συνεχίζει να διοργανώνει συνέδρια στην Πάρο.