Στο όνομα του συνόλου

anoixtomatis

ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟ ΙΔΙΟ ΜΙΣΟΣ ΜΕ ΤΙΣ ΚΑΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΟΣΟ ΚΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΚΑΚΕΣ*

 

Τι να κρύβεται αλήθεια πίσω από την ανάγκη ορισμένων ανθρώπων να καταφύγουν σε βυζαντινισμούς; Να είναι η ανεπάρκειά τους; Το πόσο «μικροί» και «λίγοι» είναι τελικά; Τους αρέσει να νομίζουν ότι συμμετέχουν σε κάποιο παιχνίδι ζωντανής σκακιέρας ή μήπως πιστεύουνε ότι κινούν κάποια «νήματα», σαν αφανείς μαριονετοπαίκτες. Μήπως είναι οι φόβοι τους τελικά, που τους καθοδηγούνε σε δρόμους «ολισθηρούς» . Υπάρχουν άνθρωποι που τους αρέσει να «πριονίζουν καρέκλες», να «θάβουν» τους άλλους, να βάζουν λόγια, να οργανώνουν στρατηγικές ολόκληρες για το ποιον θα κακολογήσουν σε ποιους, ακόμα και ανθρώπους που δεν γνωρίζουν, πεπεισμένοι ότι θα είναι οι «τελικοί νικητές», μιας ανόητης κατάστασης που οι ίδιοι δημιουργήσαν.

Υπάρχει μάλιστα και η εξής «Μακιαβελική» μέθοδος, όπου λέμε ένα ψέμα για κάποιον άλλον σε περισσότερους ανθρώπους και περιμένουμε πότε αυτό το ψέμα θα διασταυρωθεί στα αφτιά του τελικού αποδέκτη του μηνύματος, ώστε να νομίζει αυτός ότι πρόκειται για αλήθεια. Ε, αφού ήρθε από δυο πηγές, δεν μπορεί… Αναμεταδίδεται λοιπόν το ψέμα και ο αρχικός πομπός, δεν βρίσκεται ποτέ. Ή έτσι νομίζει τουλάχιστον. Πάντως, δεν μοιάζει να σκέφτονται, την ημέρα που θα πρέπει να λογοδοτήσουν για αυτές τους τις πράξεις. Γιατί όταν σπέρνεις ανέμους, θερίζεις θύελλες.

Όλα αυτά χάρισμά τους. Και επειδή τους συναντάει κανείς συνέχεια μπροστά του όταν ασχολείται με τα κοινά, εάν σκοπεύετε ποτέ να ασχοληθείτε με αυτά, το μόνο που μπορώ να σας πω είναι καλό κουράγιο. Ελπίζω να έχετε μεγάλα αποθέματα δυνάμεων. Τα κοινά στην Ελλάδα, είναι ένα πεδίο, όπου κερδίζουν και επιβιώνουν τελικά εκείνοι, με τα μαύρα τα καουμπόικα καπέλα. Οι υπόλοιποι, οι ανιδιοτελείς, σε αυτούς που τους κολλάνε την ταμπέλα του «ιδεολόγου» ή του «ρομαντικού», που άμα τυχαίνουν και γνώστες ενός αντικειμένου, θα βρούνε κάτι άλλο να πούνε πίσω από την πλάτη τους, αυτοί που τους «χαλάνε τη σούπα» των μικρών, αλλά κυρίως, παλαιών τους αντιλήψεων, μοιάζει να μην είναι ευπρόσδεκτοι στον πλανήτη των υπερμεγέθων εγωισμών, της επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος και του ξερολισμού.

Πρέπει να είναι κανείς πολύ υπερόπτης για να νομίζει ότι οι άλλοι δεν βλέπουνε. Το να τα λέμε όπως τα βλέπουμε, μοιάζει να ενοχλεί. Πρέπει να έχει καβαλήσει κανείς μεγάλο καλάμι για να πιστεύει ότι θα μπορέσει να διαστρεβλώνει εσαεί την πραγματικότητα. Να θεωρεί τον εθελοντισμό και την χωρίς ανταλλάγματα προσφορά, ως ελαττώματα και όσους προσφέρουνε, υποδεέστερους από τον ίδιο. Γιατί υπάρχει διαφορά μεταξύ του να μην καταλαβαίνεις την έννοια του εθελοντισμού, (ή το ότι μπορεί να υπάρχουνε άνθρωποι που απλά θέλουνε να προσφέρουνε) και του να τους μέμφεσαι.

Θέλει να έχεις έναν πολύ «καμένο» εγκέφαλο τελικά, για να αποζητάς την ασχήμια στα όσα μας περιβάλλουν, ελπίζοντας είτε ότι θα λάμψεις μέσα από αυτήν ή ότι θα μπορέσεις να κρύψεις τη δική σου την ασχήμια μέσα της.

Άσχετο, αλλά σχετικό συνάμα. Στη γλώσσα της ειλικρίνειας, αυτός που ξοδεύει χωρίς μέτρο τα λεφτά των άλλων δεν λέγεται γενναιόδωρος, αλλά σπάταλος.

Υπάρχουν μηχανισμοί που έχουνε στηθεί για να εξυπηρετήσουν αυτούς που τους στήσανε. Κάποιες φορές, οι μηχανισμοί αυτοί, πατάνε στα όρια της νομιμότητας. Άλλες φορές την ξεπερνάνε κατά πολύ. Αλλά πάντοτε, νομοτελειακά σχεδόν, αυτοί που λύγισαν «λιγάκι» τους κανόνες για να τους προσαρμόσουν στα μέτρα τους, θα καταφύγουν σε δικαιολογίες. Όχι τόσο για τη δική τους τη συνείδηση, καλά τα έχουνε με τον εαυτό τους και με τις πράξεις τους, αλλά για να υπάρχει κάτι έτοιμο σε περίπτωση που ξεσκεπαστούν.

«Δεν είναι μαύρο, είναι άσπρο». «Γίνεται για κάποιον «ανώτερο» σκοπό, για αυτό και αγιάσαμε τα μέσα». «Και οι προηγούμενοι τα ίδια κάνανε». «Πάντοτε έτσι γινόντουσαν τα πράγματα…». Και αφού τα πράγματα γινόντουσαν πάντοτε έτσι, ποιοι είμαστε εμείς για να τα αμφισβητήσουμε… Οι αλλαγές, οι βελτιώσεις, μια πιο ορθή διαχείριση, η όποια εξυγίανση, οτιδήποτε μπορεί να προσφέρει κάτι παραπάνω στο σύνολο, το να κάνουμε το σωστό και να αποκατασταθεί το αίσθημα δικαιοσύνης, μετατρέπονται αυτομάτως σε θέματα ταμπού.

Γιατί το καλό του συνόλου, δεν μπαίνει καν στην εξίσωση. Δεν μοιάζει να καταλαβαίνουν, ότι το σύνολο, δεν είναι απαραίτητα εκείνοι που έχουνε πρόσβαση σε εμάς. Το πραγματικό σύνολο, είναι αυτό που μετράει το λιγότερο στην ιεράρχηση αυτών των μηχανισμών. Και οι μηχανισμοί αυτοί, των προσωπικών ιδιοτελειών, έχουνε διεισδύσει δυστυχώς, σε πάρα, μα πάρα πολλά πράγματα, που αφορούν την καθημερινότητά μας. Αλλά αν με ενοχλεί κάτι, είναι ότι περιμένουνε από εμάς να σιωπήσουμε. Να κλείσουμε τα μάτια. Κάποιες φορές και να συναινέσουμε. Λες και είμαστε συνέταιροι στα βρώμικα κόλπα τους. Και άμα δεν συναινούμε, εκεί είναι που αρχίζουν πάλι οι μέθοδοι του Μακιαβέλι… Ο «εκκεντρικός», ο «παράξενος», αυτός που πάει αντίθετα στις επιθυμίες της όποιας «εξουσίας». «Επουράνιας», από τους επί γης εκπροσώπους της και τους υποκριτικά πιστότερους ακολούθους τους. Ή εξουσίας, που προήλθε από το «σοφό λαό», όπου ο λαός βαφτίζεται «σοφός», μόνο όποτε μας συμφέρει. Ή και εξουσίας, που προέρχεται από κάποια «κοινωνική θέση», που κληρονομήσαμε ή καταλάβαμε, επενδύοντας συστηματικά στη δημόσια εικόνα μας. Εξουσίας, που κατά κάποιον τρόπο δηλαδή, υφαρπάξαμε.

Και αυτοί που πίστευαν στις καλές προθέσεις των άλλων, στην αυταπόδεικτη υπεροχή του σωστού και ότι το μόνο που χρειάζεται να κάνουνε, είναι να σηκώσουνε τα μανίκια και να βάλουνε τον ενθουσιασμό τους, τις ικανότητες και τις γνώσεις τους να δουλέψουν, κάποια στιγμή, αντί για τα μανίκια, θα σηκώσουνε τα χέρια τους ψηλά και θα παρατήσουνε την προσπάθεια.

Χαμένο πάντως, βγαίνει το σύνολο. Το πραγματικό σύνολο…

ποδηλάτης ανοιχτομάτης

 

*Niccolo Machiavelli, 1469-1527