Μια πιο ασφαλής πόλη σε τέσσερα και κάτι βήματα

crime1

Ξημερώματα Μεγάλης Δευτέρας έγινε ένα αιματηρό περιστατικό στην πόλη μας, που σόκαρε τους περισσότερους Κηφισιώτες. Το τι συνέβη είναι γνωστό, δεν υπάρχει λόγος να τα ξαναγράψω, πρέπει όμως οπωσδήποτε να δούμε τι θα κάνουμε από εδώ κι έπειτα. Δεν είναι η πρώτη φορά που έγιναν τα «χειρότερα» μέσα στις γειτονιές μας, αλλά ο κοινωνικός αυτοματισμός, οι αντιδράσεις του κόσμου στην έκκληση για αίμα και ο τρόπος που παγώσαμε οι περισσότεροι με αυτή την είδηση, είναι το μόνο ίσως αισιόδοξο μήνυμα που μπορεί να βγει από αυτό το έγκλημα.

Καταρχάς, δεν μπορώ να νιώσω καμία κατανόηση γι’ αυτούς τους αλήτες. Άμα δε κάποιος γνωρίζει την ταυτότητά τους και δεν τους αποκαλύπτει, είναι και ο ίδιος αλήτης. Ελπίζω πάντως, από τη στιγμή που γράφω αυτό το κείμενο μέχρι τη δημοσίευσή του, να έχουνε συλληφθεί και να βρίσκονται ήδη προφυλακισμένοι αναμένοντας ταχεία απόδοση δικαιοσύνης. Δεν τρέφω καμία ελπίδα ότι κάτι τέτοιοι άνθρωποι θα σωφρονιστούν ή θα νιώσουν μεταμέλεια, είναι μια από αυτές τις περιπτώσεις, όπου η φυλακή θα λειτουργούσε καθαρά και μόνο για την τιμωρία τους και για την απομάκρυνση τους, από την υπόλοιπη κοινωνία.

Βήμα πρώτο λοιπόν. Καμία κατανόηση για τους θύτες και το έγκλημά τους.

Ο Δήμαρχός μας «γράφει» καλύτερα στην τηλεόραση από τον προηγούμενο Δήμαρχο. Με αφορμή αυτό το περιστατικό, βγήκε αρκετές φορές για να μιλήσει και το νόημα των όσων είπε, συνοψίζεται λίγο πολύ σε αυτό: Έχουμε καλή επικοινωνία ως Δήμος με την Αστυνομία, αλλά υπάρχει πρόβλημα στην εφαρμογή των όσων λέμε. Μόνο που, η εξεύρεση και η εφαρμογή των λύσεων, είναι ο λόγος για την επικοινωνία τους. Δεν συναντιούνται για κοινωνικούς λόγους και για να πούνε τα νέα τους. Η πρόταση του Δημάρχου είναι, όσοι ασχολούνται με την ασφάλεια των υψηλών προσώπων, να περιπολούνε παράλληλα και στις γειτονιές. Κάτι μου λέει δυστυχώς ότι η Αστυνομία, έχει γραμμένο, (στα παλιά της τα παπούτσια), τον Δήμο και τις ανησυχίες της Δημοτικής Αρχής. Ένα μικρό δείγμα αυτής της αδιαφορίας, το βλέπουμε και στην εφαρμογή του ΚΟΚ. Μπροστά ακριβώς από τα γραφεία της Τροχαίας Κηφισιάς, το απόλυτο χάος… Πώς μπορούμε να περιμένουμε λοιπόν ότι θα κάνουνε κάτι για τα μεγάλα, όταν δεν κάνουνε κάτι, ούτε καν για τα μικρά;

Βήμα δεύτερο. Δεν αρκεί να ενδιαφερόμαστε μονάχα εμείς, πρέπει να καταφέρουμε να πείσουμε, να δείξουνε το ίδιο ενδιαφέρον και όσοι είναι αναγκαίοι, για να εφαρμοστούν οι λύσεις που θα κάμψουν την εγκληματικότητα.

Σίγουρα οι περισσότεροι, σε ό,τι έχει να κάνει με την ασφάλειά μας, νιώθουμε ένα αίσθημα αδυναμίας. Σαν να είμαστε, (μοιρολατρικά), ανήμποροι στις ορέξεις του κάθε καθάρματος. Ευτυχώς, δεν είναι έτσι. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε.
Το καλύτερο σύστημα ασφάλειας πάντως, είναι η συνοχή στη γειτονιά. Το να γνωρίζουμε τους γείτονές μας και να αντιλαμβανόμαστε όταν κάτι ξεφεύγει από τα συνηθισμένα. Το να μπορούμε χωρίς ντροπή να σηκώσουμε το τηλέφωνο για να ρωτήσουμε, «ρε συ γείτονα, όλα καλά;». Βέβαια, όταν πηγαίνουμε συστηματικά τον σκύλο μας για να κάνει την ανάγκη του μπροστά από το σπίτι του γείτονά μας, χωρίς να μαζέψουμε, μετά, δεν ψηνόμαστε και τόσο για να τον γνωρίσουμε…

Πείτε όμως ότι είμαστε μισάνθρωποι και δεν θέλουμε να ξέρουμε ποιος μένει στη γειτονιά μας. Τότε, το άλλο που μπορούμε να κάνουμε για την ασφάλειά μας, είναι, το να μην δίνουμε στόχο. Και δεν εννοώ την πρόταση εκείνου του Υπουργού, με το επίθετο που ακούγεται σαν να το μελοποίησε ο Τζάκομο Πουτσίνι, που πρότεινε σε περίπτωση διάρρηξης να κάνουμε ότι κοιμόμαστε, αλλά εννοώ, να προσέχουμε πολύ, τι λέμε και δείχνουμε για εμάς, πού το λέμε και σε ποιους το λέμε. Δεν είναι ανάγκη άνθρωποι που δεν γνωρίζουμε και τόσο καλά, να γνωρίζουν για εμάς, περισσότερα από ό,τι νομίζουμε ότι γνωρίζουν… Το ξέρω, είναι πολλά τα «γνωρίζουνε» για μια μονάχα πρόταση, αλλά είναι η λέξη κλειδί. Γιατί και οι κλέφτες, πάνω στο τι γνωρίζουνε βασίζονται. Αξιολογώντας πάντοτε το ρίσκο, την ευκολία και εάν αυτά που περιμένουνε ότι θα βρούνε μέσα στο σπίτι μας, θα μπορέσουν να τα αξιοποιήσουν.

Βήμα τρίτο. Είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, μαθαίνουμε τη γειτονιά μας και κρατάμε και κάνα μπλοκάκι εύκαιρο, για να σημειώσουμε ό,τι μας μοιάζει ασυνήθιστο. Δεν υπάρχει τίποτα το αθώο σε έναν περαστικό, που ρίχνει αδιάκριτες ματιές στο σπίτι σας.

Η πόλη πρέπει να αποπνέει ασφάλεια στους πολίτες και τους επισκέπτες της και είναι καθήκον της Δημοτικής Αρχής, να συντονίσει τους Φορείς, τους Δημότες και τα Όργανα της Πολιτείας, ώστε ένα τέτοιο περιβάλλον, να είναι εφικτό. Έχω αναφερθεί πολλές φορές στη «θεωρία του σπασμένου παράθυρου», που σχετίζει την εικόνα της πόλης με την εγκληματικότητα. Με λίγα λόγια, η προσεγμένη εικόνα μιας πόλης, αποθαρρύνει την εγκληματικότητα, μιας που δείχνει ότι αυτή δεν έχει αφεθεί στην τύχη της και πως υπάρχει οργάνωση, αλλά και κάτοικοι και αιρετοί, που νοιάζονται για εκείνη. Αν θέλουμε μια πιο ασφαλή πόλη, πρέπει να ξεκινήσουμε από τα tag και τα συνθήματα στους τοίχους μας…

Βήμα τέταρτο. Πιάνουμε τα πινέλα και τις βούρτσες και απαιτούμε από τον Δήμο να ηγηθεί μιας προσπάθειας, για τη βελτίωση της αισθητικής της πόλης μας.

Αλλά η βελτίωση της εικόνας της πόλης μας, δεν είναι από μόνη της πανάκεια. Ας κάνουμε όμως από κάπου την αρχή. Ωστόσο, χρειάζεται ένας γενικότερος σχεδιασμός των λύσεων, που θα αξιοποιεί την υπάρχουσα υποδομή, δημόσια ή και ιδιωτών, (οι κάμερες ασφαλείας ή ο φωτισμός για παράδειγμα), θα έχει σαφή διαχωρισμό ρόλων και θα επικοινωνηθεί σωστά, σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ώστε οι Δημότες, αλλά και οι εργαζόμενοι στην πόλη μας, να γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν και πώς μπορούνε να βοηθήσουν, στην πάταξη της εγκληματικότητας.

Εάν αναρωτιέστε πώς θα χρηματοδοτηθούν όλα αυτά, σκεφτείτε ότι δεν μιλάμε απαραίτητα για εξεύρεση νέων πόρων, αλλά για σωστότερη αναδιανομή όσων υπάρχουνε ήδη και για τη μεγιστοποίηση του οφέλους, από χρήματα που έτσι και αλλιώς δαπανώνται. Σπατάλη κατά τη γνώμη μου, είναι το να δοθούν κοντά 6.000 ευρώ σε έναν αχάριστο, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, λαϊκό βάρδο, που τα εισέπραξε μεν, ειρωνευόμενος δε, τη Δημοτική Αρχή και όσους δεν συμφωνούσαν με το ύψος της αμοιβής του. Σπατάλη, είναι τα 20.000 ευρώ, που μου είπε ένα πουλάκι, ότι μας στοίχησαν τα καλυβάκια που στήθηκαν πάνω από το πάρκινγκ «Πλάτανος», τα περασμένα Χριστούγεννα. Ορίστε, 26.000 ευρώ, για δυο πολύ αμφιλεγόμενες εκδηλώσεις, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ασφάλειά μας. Πόσο να κάνει ένα ζευγάρι ελαστικών, για μια μηχανή της Αστυνομίας άραγε; Σε τελική ανάλυση, πόσες γιορτές και πόσα πανηγύρια χρειαζόμαστε πραγματικά; Μήπως τελικά, το παρακάνουμε και έχουνε χάσει τα γλέντια και τα τραγούδια το νόημα τους; Ειδικά όταν κινδυνεύουμε μέσα στα σπίτια μας;

Μια ασφαλής πόλη, απευθύνεται σε όλους τους κατοίκους της, μια εκδήλωση, μονάχα σε όσους επιλέξουν να πάνε σε αυτή. Κρίνοντας μάλιστα από το σύνολο των εκδηλώσεων που γίνονται στην πόλη μας, το, «Παρ’ τον μεζέ σου και έλα», ο μεγάλος ρεφενές της Ένωσης Μικρασιατών Νέας Ερυθραίας, είναι από τις πιο πετυχημένες εκδηλώσεις που διοργανώνονται, γιατί έχει την αίσθηση του πηγαίου, του αυθόρμητου, δεν είναι κάτι στημένο και δεν έχει κόστος. Και ούτε η Ένωση Μικρασιατών έχει την παράλογη απαίτηση, να χρηματοδοτηθεί γι’ αυτήν της την εκδήλωση. Οπότε… λεφτά υπάρχουν! Αρκεί να πάνε εκεί, όπου υπάρχει και η μεγαλύτερη ανάγκη. Και η ασφάλειά μας, σίγουρα θα έπρεπε να είναι πρώτη προτεραιότητα. Αφήστε που κάποια πράγματα, όπως θα συμπεράνατε και πιο πάνω, μπορούνε να γίνουνε με μικρό κόστος. Θέλει μόνο, να οργανωθούμε πιο σωστά.
Ας ρωτήσουν αν θέλουνε και τους Δημότες, πιστεύω ότι θα εκπλαγούν από τις απαντήσεις τους.

Εσείς πάντως, πόσο ψηλά θα βάζατε το θέμα της ασφάλειας στην πόλη μας, στην ιεράρχησή σας; Γιατί όλοι μας γνωρίζουμε κάποιον ή έχουμε πέσει και οι ίδιοι ακόμα, θύματα της εγκληματικότητας. Φαντάζεστε λοιπόν κάτι σημαντικότερο, από το να μπορεί κανείς να πάει να κοιμηθεί, με ηρεμία και χωρίς φόβο, για τον ίδιο και την οικογένεια του;