Άλλαξε την ιστορία, Φρίξο!

frixoulas

Αχ, Μίκη λατρεμένε, τι μας κάνει ο Κοντονής!
Τραμπούκοι δυο, ανάρχες τρεις και γάτοι χίλιοι δεκατρείς
στημένοι, της προόδου προσμένουμε τ’ οτομοτρίς.
Το τρένο φεύγει στις οχτώ, σ’ ένα βαγόνι μπαίνω,
μα τις ειδήσεις των οκτώ να δω δεν προλαβαίνω.
Η Μαργαρίτα η Μαργαρώ, που ταξιδεύει μόνη
για την απάνω γειτονιά, με βλέπει και γλαρώνει.
Την ώρα π’ άνοιγα πανιά για sex καθώς νυχτώνει,
αυτή το στρώμα της μονό για να την πέσει στρώνει,
μα πλήρως για τα νέα τα καυτά μ’ ενημερώνει.
Ο Μάξιμος Σαράφης κι η Κατερινιώ η Κελέση
κουκουλοφόροι μάρτυρες, στενή έχοντες σχέση
με πρώην αρχόντων τις πομπές, θελήσανε να φάνε
δυο μίζες, μα τους τσάκωσαν και τώρα κελαηδάνε.
Πρωθυπουργοί και υπουργοί, ψυχοσυνθέσεως σκάρτης,
λαδώθηκαν απ’ την αχρεία, πολυεθνική Νοβάρτις.
Ακόμη κι ένας Φρου-φρου-ζής, της γκλαμουριάς αντάρτης
που φτιάχτηκε προσφάτως και την είδε Βοναπάρτης,
έπεσεν αμυνόμενος, που λένε, περί πάρτης.
Άλλο ν’ ακούσω δεν μπορώ, με τρώει το σαράκι –
α ρε λεβέντη Κρητικέ, αγέρωχε Πολάκη,
σε πότισα ροδόσταμο, με πότισες φαρμάκι.
Για σένανε παρθενική κράτησα τη ζωή μου,
βρέχει στη φτωχογειτονιά, βρέχει και στο τσαρδί μου.
Στρώνω το στρώμα μου για δυο, μα βλέπω έναν γιάπη
βάναυσα να βουτάει την προδομένη μου αγάπη
και μένω τον καημό μου βράχο βράχο να μετράω –
κι εγώ να κλέψω έπρεπε, χλιδάτα να περνάω.
Στο περιγιάλι το κρυφό γράψαμε τ’ όνομά της
μα ύστερα πλάκωσε η Λαγκάρντ και φύσηξεν ο μπάτης
ωραία, κι έτσι σβήστηκε απ’ τα πρόσωπα η ντροπή
και περιττή κατέστη η των προυχόντων αρετή.
Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ που μας φωτίζεις,
με νύξεις περί διαφθοράς μη μας πολυσκοτίζεις!
Αν τ’ όνειρό μου θυμηθείς, έλα να με ξυπνήσεις
γλυκά, εν τόπω χλοερώ μονάχο να μ’ αφήσεις
κι αλύπητα τον φαύλο φαφλατά να τσουρουφλίσεις.
Το τιμημένο ράσο όταν γίνεται σημαία,
τότε των κατεργάρηδων η νίκη είναι βεβαία.
ενώ ο Κυριάκος, της ΝουΔου την ιστορία αλλάζει:
εσένα, Βάγγο Αντώναρε, σε φτύνει και σε κράζει,
του μουσαφίρη Αδώνιδος τσιρίδες αραδιάζει.
Της Ρωμιοσύνης ντάρλινγκ μας προκύπτει ο Κασιδιάρης –
ε ναι, με τρόπο εριστικό, πλην όμως ερωτιάρης!
Ως Βαλεντίνος με δονεί, με λιώνει, με γοητεύει.
Βουντού! Ψυχή και σώμα μ’ ένα νεύμα του κυριεύει!
Νάτος, πετιέται από ξαρχής κι αντριεύει και θεριεύει,
με τη λεβεντοσύνη του νταήδες εκπαιδεύει.
Τον Μίκη στη Μακρόνησο ο Σκαλούμπακας παινεύει!
Φασίστα αριστερόστροφο άμα δει, τον καμακώνει,
οργίλον γυφτοσκοπιανόν αμελλητί σκοτώνει,
τον Βενιζέλο με βρεμένα πάμπερς καμαρώνει.
Είναι τρελός ο στρατηγός! Χυμάει, δε διστάζει!
Ακράτητος τους άθλιους καπιτάλες ξεμπροστιάζει,
επώνυμα ελληνικά γενόσημα σου τάζει,
του δε γαϊδάρου η ουρά χολήν και μέλι στάζει.
Βουντού! Εφάμιλλος ο Λιάς του γόητος Κουφοντίνα
και του Μπαρούφα Γιάνη στης Δανάης την κουζίνα –
ποιόν να πρωτοκαψουρευτεί η Ελληνίς ψιψίνα;

Φρίξος ο Κηφισόγατος:
Στα Τζάμπο ψάχνω μια στολή που να με δείχνει τζόρα –
μαθαίνω, Σίντι Κρόφορντ θα μασκαρευτεί η Ντόρα.
Ω, ψωμωμένε μου Ζορό, σε καρτερώ και πάλι
μαζί να ξαναστήσουμε εξαίσιο καρναβάλι!
Κι όσο για τους ριψάσπιδες; Από δω παν’ κι οι άλλοι!