Δημήτριος Μήτσης – Αναγνώστου

anagnostou2a

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΝΕΑΣ ΕΡΥΘΡΑΙΑΣ

Το σπίτι του Βασίλη Νικ. Παρδάλη επί της λεωφόρου Κηφισιάς στο ύψος της οδού Σπάρτης δεν υπάρχει πια. Θυσιάστηκε στο βωμό της αντιπαροχής. Μου στοίχισε πάρα πολύ, γιατί αυτό αντιπροσώπευε όλες τις παιδικές μου μνήμες. Συχνά κοιμόμουν στο μεγάλο δωμάτιο των παππούδων μου και έτσι τους άκουγα να κουβεντιάζουν τα βράδια, που δεν μπορούσαν να κοιμηθούν.

Τον τελευταίο καιρό, πριν τον πόλεμο του 1940, μια μοτοσικλέτα περνούσε συχνά από τη λεωφόρο, μπροστά από το σπίτι του παππού, κάνοντας πολύ θόρυβο. Αυτό ήταν ασυνήθιστο για την περιοχή μας. Μαρσάριζε δε πιο πολύ, ειδικά έξω από το σπίτι του παππού. Η γιαγιά κουνούσε το κεφάλι της. Ο παππούς νευρίαζε λέγοντας «Δεν καταλαβαίνω γιατί αυτός ο θόρυβος συνέχεια» και η γιαγιά έλεγε «Θαρρώ Βασίλη πως μεγάλωσε η κόρη σου».
«Δεν είμαστε καλά» ήταν η απάντηση του παππού μου. Συνήθως, οι πατεράδες δεν θέλουν να πιστέψουν πως κάποια στιγμή οι κόρες τους μεγαλώνουν. Όμως ο παππούς το μεσημέρι έφερε τα νέα, για τον κάτοχο της μοτοσικλέτας, από το καφενείο στον πλάτανο.

Ο οδηγός που μαρσάριζε, ήταν ο Μήτσος ο Αναγνώστου από την Ερυθραία. Φίλος του, ήταν ο γιος του Ασπρούλη, που είχε τα αναψυκτικά «Ασπρούλης». Και οι δύο νέοι είχαν αγοράσει από μια μοτοσικλέτα Rudge (γνωστή τότε για τις σπορ επιδόσεις της από τη συμμετοχή της σε ονομαστούς αγώνες ταχύτητας στην Ευρώπη).

Έκαναν τη φιγούρα τους, τρέχοντας στους δρόμους της Κηφισιάς. Μόνο που τελικά, ο γιος του Ασπρούλη σκοτώθηκε σε μια στροφή στη Βαρυμπόμπη, από τη μεγάλη ταχύτητα. Ωραίο παλικάρι ο Αναγνώστου και με σκοπό στη ζωή του να πετύχει. Αυτές ήταν οι πληροφορίες από την Ερυθραία. Παζάρια βέβαια γίνονταν για την προίκα της θείας για να την παντρευτεί. Συνήθειες διαδεδομένες της εποχής. Μέχρι το τέλος της ζωής του, την έβρισκε μικρή.
Στην Ερυθραία ήρθε προσφυγόπουλο 8 ετών, όταν πέθανε η μητέρα του. Τους έφερε ο πατέρας του. Τα παιδιά τα μεγάλωσε η μεγάλη αδερφή του Σταματία, στην οποία είχε πάντα αδυναμία. Οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, όταν ήρθαν με την καταστροφή, βρήκαν τον Αναγνώστου στην Ερυθραία. Αγάπησε την Ερυθραία σαν το χωριό του στην Ήπειρο, το οποίο στερήθηκε με το θάνατο της μάνας του.

Φοίτησε στην εμπορική Σχολή Αθηνών, έπαιζε ποδόσφαιρο στον Πανιώνιο (1926-1927), μετά στον ΑΟΚ (Αθλητικός Όμιλος Κηφισιάς) και όταν έφυγε η Ένωση Νέας Ερυθραίας, έπαιζε την Νέα Ερυθραία. Το 1931 εκλήθη και υπηρέτησε στη σχολή Πυροβολικού Χαλκίδας. Το 1939 εκλήθη με ειδική πρόσκληση και πάλι και υπηρέτησε ως ανθυπολοχαγός προετοιμάζοντας τα προκεχωρημένα σημεία άμυνας και προκαλύψεως στα σύνορα με την Αλβανία, όπου ήδη καιρό πριν το 1940 ο Μεταξάς περίμενε την επίθεση των Ιταλών. Εκεί βρίσκεται και το χωριό καταγωγής του, το Μαυρονόρος πάνω από τις πηγές του ποταμού Καλαμά, κοντά στο Καλπάκι.

anagnostou3A

Εκεί τον βρήκε ο πόλεμος του 1940. Ήταν νιόπαντρος με τη σύζυγό του Καλλιόπη, κόρη του Βασίλη Παρδάλη, που είχε το καφενείο στην πλατεία της Κηφισιάς. Η Καλλιόπη τότε, δεινοπάθησε για να κατορθώσει να επιστρέψει μόνη της από την Ήπειρο στους γονείς της, αφήνοντας πίσω στις μάχες τον σύζυγό της. Στις μάχες αυτές, ο Αναγνώστου, γνωρίζοντας τον τόπο, είχε στήσει από πριν κανόνια των 6,5, μέσα στα αμπέλια του χωριού και έβαλλε εναντίον των Ιταλών, οι οποίοι είχαν φτάσει με μηχανοκίνητα στις πηγές του ποταμού Καλαμά, όπου παραπλεύρως βρισκόταν και το χωριό της μητέρας του, ο Παρακάλαμος.
Ο Αναγνώστου ήταν υπό τις διαταγές του λοχαγού Κωτάκη, του Συνταγματάρχη Φρύγη και του υπολοχαγού Παναγή Δημόπουλου. Για τη δράση του, τιμήθηκε από τους ανωτέρους του με τον Σταυρό της Πολεμικής Ανδρείας.

Μετά τον πόλεμο μπήκε αμέσως στην Αντίσταση. Ήρθε σε ρήξη με το ΕΑΜ και μπήκε σε μια άλλη ομάδα μέχρι το τέλος της γερμανικής κατοχής. Στην Αντίσταση που ήταν, συνεργάσθηκε και με τον Βαρουξάκη. Κάποτε κάποιος τον πρόδωσε και ήρθε στο σπίτι της γιαγιάς για να τον κρύψουν. Εκείνη αρχικά πρότεινε να τον βάλουν στην οροφή του σπιτιού, αλλά δεν ήξεραν αν θα άντεχε το βάρος του. Έτσι έβαλαν πρώτα εμένα επάνω για να δουν αν θα κρατήσει το βάρος μου και ύστερα να κρίνουν αν θα βάλουν τον Αναγνώστου.

Η οροφή όμως έτριζε πολύ με εμένα και έτσι δεν δοκίμασαν να ανέβει και εκείνος. Διπλώθηκε λοιπόν σαν τελικό σίγμα και μπήκε στο ντουλάπι κάτω από τον νεροχύτη. Όταν έψαξαν το σπίτι, δεν τον βρήκαν. Γιατί κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πως ένας ψηλός άντρας ήταν δυνατόν να διπλωθεί τόσο πολύ, ώστε να χωρέσει κάτω από τον νεροχύτη. Εγώ τόσο προβληματίστηκα που το είδα, που όταν ήρθε η ώρα κι έφυγε, πήγα και χώθηκα κάτω από το νεροχύτη για να καταλάβω, πώς στην ευχή είχε χωθεί αυτός ο ψηλός άντρας εκεί μέσα.
Μετά την Κατοχή, ασχολήθηκε με τα κοινά της δεύτερης πατρίδας του και κατόρθωσε, μαζί με μερικούς συμπατριώτες του, να ανεξαρτητοποιήσουν την Ερυθραία και να την κάνουν αυτόνομη κοινότητα.

Ήταν το έτος 1948. Η Ερυθραία δεν ανήκει πια στην Κηφισιά, το ταμείο της είναι μείον, δεν έχουν ούτε τραπέζι, ούτε καρέκλα, ούτε μολύβι και χαρτί. Δεν ζει κανείς από τους παλαιούς για να το βεβαιώσει. Ίσως οι γιοι του Ανδρεαδάκη να έχουν μνήμες από τον πατέρα τους. Ο Αναγνώστου βάζει από την τσέπη του.

Οι μαρτυρίες γι’ αυτά είναι από δικές μου σημειώσεις και από διηγήσεις του αδερφού του, Φώτη Αναγνώστου. Ο ίδιος ο Αναγνώστου, έχει γράψει την ιστορία της Νέας Ερυθραίας σε συνέχειες, στην εφημερίδα «Κηφισιά», σε άπταιστη καθαρεύουσα, πολλά χρόνια πριν, αν θυμάμαι καλά. Αλλά μπορεί να θυμάται και η παλαιά Ερυθραιώτισσα, Χρυσούλα Αγουρίδα, η οποία ήταν τότε μία νεαρή ταμίας στο φούρνο του Αναγνώστου. Εκείνη σίγουρα θυμάται πολλά πράγματα από εκείνη την εποχή, για όσους θέλουν να συμπληρώσουν τα γραφόμενά μου, τα οποία βασίζονται σε μνήμες και διηγήσεις που συχνά δεν μπορώ να διασταυρώσω.
Άλλωστε ο κόσμος μας, ας μην ξεχνάμε είναι μικρός και δεν μένει τίποτα κρυφό κι ακριβώς αυτό μπορεί ίσως να βοηθήσει μετά από δεκαετίες κάποιον που θέλει να γράψει την ιστορία πραγμάτων της πόλης.

Μετά την ίδρυση της Κοινότητας, ο Αναγνώστου αρχίζει άλλον αγώνα. Δεν πατά καθόλου στο φούρνο, καθώς δεν έχει παιδιά. Δεν τον ενδιαφέρει τι λέει ο κόσμος. Παρακολουθούσα στο σπίτι του πολλές συναντήσεις και κρατούσα σημειώσεις. Μετά την Εκκλησία της Κυριακής, πήγαινα στο σπίτι τους για να δω τη θεία μου και έπινα εκεί τον καφέ μου και έτσι συχνά ενημερωνόμουν από τον ίδιο για τη Νέα Ερυθραία, την οποία αγαπώ ξεχωριστά, γιατί αγαπώ τους ανθρώπους της.

anagnostou1A

Είναι τυχεροί όσοι έχουν διαβάσει το βιβλίο του κ. Δόμβρου για τη Νέα Ερυθραία, που κυκλοφόρησε το 1985. Εκεί φαίνονται οι ελλείψεις της Νέας Ερυθραίας και προπαντός η έλλειψη του νερού. Στην Ερυθραία χρειάζονταν νερό. Το νερό ερχόταν μόνο μερικές ώρες τις ημέρας ή κάποιες φορές και τη νύχτα. Οι νοικοκυρές έπρεπε να περιμένουν ώρες στη βρύση τη σειρά τους για να φέρουν στο σπίτι τους μια στάμνα νερό και έναν τενεκέ. Εκεί, στο περίμενε, άναβαν οι καυγάδες και πολλές φορές οι γυναίκες έβαζαν τους τενεκέδες τους για να κρατήσουν σειρά. Πάντα όμως, κάποια πονηρή άλλαζε τη σειρά στους τενεκέδες. Υπήρχε όμως και κάποιος άλλος λόγος για την αγωνία για το νερό, που έφερνε καυγάδες.

Η Ερυθραία είχε ξηρό κλίμα. Τότε υπήρχε έξαρση της φυματίωσης και οι γιατροί συνιστούσαν συχνά στους ασθενείς το καλό κλίμα της Ερυθραίας. Έτσι οι Ερυθραιώτες, νοίκιαζαν δωμάτια στους Αθηναίους. Χρειαζόντουσαν όμως έτσι, πιο πολύ νερό. Ήταν λοιπόν υποχρεωμένες οι νοικοκυρές να κουβαλούν περισσότερο νερό, γιατί έπρεπε να κουβαλούν και για τους ενοικιαστές των σπιτιών τους. Υπήρχε ένα δημόσιο πηγάδι στην πλατεία Δεληγιάννη κι ένα μπροστά στο μαγαζί του Κιάχου. Εν τω μεταξύ, ανοίχτηκαν και πολλά ιδιόκτητα πηγάδια. Το 1936 ξεσηκώθηκαν οι Ερυθραιώτες εναντίον της Ανώνυμης Οικοδομικής Εταιρείας Καστρί που τους απαγόρευσε να περάσουν σωλήνες στο αρτεσιανό για να πάρουν νερό. Έτσι μπήκαν οι πρώτες βρύσες στην Ερυθραία το 1937, η πρώτη στου Ανδρεαδάκη, η δεύτερη στο καφενείο του Θεοδωράκη στη γωνία Μαραθώνα και Πλαστήρα κι η τρίτη στην πλατεία Δεληγιάννη. Πολύ καλά έχει περιγράψει τις Ερυθραιώτικες ιστορίες του νερού ο Νίκος Μουστάκης στο βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1994.

Είχα πολύ αγαπητές φίλες στην Ερυθραία. Μάθαινα πράγματα με αυτό τον τρόπο για την καθημερινότητα της περιοχής που πάντα ήταν στην καρδιά μου για τη βαθιά της ανθρωπιά. Είχα μοιραστεί μαζί τους το ίδιο θρανίο στο Γυμνάσιο της Κηφισιάς και τις αγαπούσα πολύ. Με μερικές ακόμη βλεπόμαστε, όπως με την Κατίνα Παράσχου, την Αθανασία Πασαδάκη και τη Δέσποινα Σταμέλου, που πρόσφατα την χάσαμε.

Θυμάμαι την όμορφη πλατεία μπροστά στην Εκκλησία, με τις μικρές αυλές, με τα λουλούδια μέσα στους τενεκέδες, πάντα ανθισμένα και πεντακάθαρα. Την όμορφη αυλή του γραφικού Αλέκου, που είχε τον καφέ και ξεχώριζαν τα ταψιά του στον φούρνο για την ισομετρία που είχαν τα χειροποίητα κουλουράκια του, για τα οποία δεν χρησιμοποιούσε, όπως καυχιόταν, φορμάκια.

Οι πολύ προκομμένες Ερυθραιώτισσες, γνωστές για την καθαριότητά τους και την νοικοκυροσύνη τους, παρά την έλλειψη νερού, κουβαλούσαν νερό για να έχουν τις όμορφες αυλές, να έχουν ωραία λουλούδια και να μπορούν και να κόβουν μερικά για να τα πηγαίνουν και στους αγνοούμενους της καταστροφής στο κοιμητήριο.

Κάποια Κυριακή, εκείνην την εποχή, θυμάμαι ότι με τον ξάδελφό μου Βασίλη Παρδάλη, πήγαμε στην Αθήνα, στο σινεμά. Μέσα στο λεωφορείο συναντήσαμε τον Αλέκο. Εγώ τον έβλεπα πρώτη φορά. Κατά τη συνήθειά μου, ξεχάστηκα και κόλλησα να τον παρατηρώ. Την άλλη μέρα, ο Αλέκος είδε στο φούρνο του Αναγνώστου, τον εξάδελφό μου, τον Βασίλη. «Αν δεν το συνόδευες εσύ το …. θα το είχα ξεμαλλιάσει μέσα στο λεωφορείο» του είπε. Σήμερα πια, ανεβαίνοντας στην πλατεία της Νέας Ερυθραίας, που είναι αφιερωμένη στις χαμένες πατρίδες, βλέπω το αναξιοποίητο οικόπεδο του Αλέκου και θαρρώ πως θα τον αντικρίσω να κάθεται εκεί στο άδειο οικόπεδο και να κλαίει γοερά κατά την συνήθειά του και δεν θα ξέρω αν κλαίει για τις χαμένες πατρίδες, για το γκρεμισμένο όμορφο σπιτάκι του ή για τη χαμένη ομορφιά της Νέας Ερυθραίας.

Για να επιστρέψουμε στον Μήτσο Αναγνώστου, σε επόμενο βήμα της προσπάθειάς του να κάνει το μικρό χωριό της Νέας Ερυθραίας μία σύγχρονη πόλη, αποζημιώνει το χώρο όπου βρίσκεται το παράπηγμα του σχολείου, μπροστά στην Εκκλησία.

Τα χρήματα πάντα, είναι από την φτωχή κοινότητα. Για αυτό οικόπεδο, γίνονται μεγάλοι καυγάδες. Πολλοί είναι εκείνοι, που θέλουν να το σφετερισθούν, οι Ερυθραιώτες θα το θυμούνται. Ας μην επεκταθώ. Τελικά ο Αναγνώστου το κερδίζει για την Εκκλησία και έτσι υπάρχει ο χώρος, που έχουμε σήμερα μπροστά στην Εκκλησία.

Μετά προχωρεί στο χώρο, όπου βρίσκεται η Δημαρχεία. Ενώ είχε αρχικά παραχωρηθεί για κοινοτικό κατάστημα, ακύρωσαν τον τίτλο. Με πολλές και δύσκολες ενέργειες, κατόρθωσε να κερδίσει τον τίτλο ιδιοκτησίας προς όφελος της Ερυθραίας. Συνεχίζει με το Γυμνάσιο, με τη δεξαμενή νερού στην Πολιτεία. Οι καινούργιοι κάτοικοι ίσως δεν εκτιμούν το πολύτιμο αυτό αγαθό, το νερό, γιατί δεν έχουν γνωρίσει τον τόπο χωρίς αυτό.

Και τέλος απαλλοτρίωσε το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο που είχε ο αγαπητότατος φίλος του, Πάνος Κουκουβής, για να γίνει επιτέλους το κοιμητήριο της Ερυθραίας. Με τον Κουκουβή είχαν γνωριστεί στο Τατόι, όταν ήταν διοικητής χωροφυλακής. Πολλά χρόνια φίλοι. Τον άφηνε τον Αναγνώστου και κυνηγούσε, γιατί ήταν μανιώδης και καλός κυνηγός. Δεν δίστασε όμως ο Αναγνώστου να χαλάσει αυτή τη φιλία προς όφελος της Νέας Ερυθραίας που αγαπούσε. Οι δύο άνδρες, μετά από τόσα χρόνια φιλίας, από τότε δεν ξαναμίλησαν. Πικρά παράπονα διατύπωνε σε μένα κάποιες φορές ο Κουκουβής, κάθε φορά που συναντούσα.

Ο Αναγνώστου εκτός από μανιώδης κυνηγός θηραμάτων, ήταν και λάτρης του ωραίου φύλου, αμετανόητος γυναικάς. Μια φορά μάλιστα που συναντηθήκαμε με τον γιατρό τον Κοζώνη στην Ερυθραία, θυμάμαι που γύρισε και μου είπε «Η Καλλιοπίτσα με την υπομονή της, έσωσε το γάμο της».

Στις προσπάθειές του αυτές για την αγαπημένη του Νέα Ερυθραία, ο Αναγνώστου φυσικά είχε και συμπαραστάτες. Αν θυμάμαι καλά, από εκείνα που μου έλεγε ο αδελφός του Φώτης που μου είχε ζητήσει να του υποσχεθώ ότι θα γράψω για τον αδελφό του μετά την εκδημία του, είχε συμπαραστάτες στην άοκνη προσπάθειά του, τον Ανδρεαδάκη, τον Γεροντάκη, τον Βαρδαξή, τον Κουνέλα, τον Μουστάκη και τον Ψωμά.

Τον χαρακτήρισαν χουντικό. Αδιαφορούσε που υπήρχε χούντα, εκείνος είχε αναλάβει την ευθύνη του Προέδρου της Κοινότητας, εργαζόταν γι’ αυτήν και ουδέποτε είχε παραλάβει την προβλεπόμενη αντιμισθία αλλά την άφηνε στο ταμείο. Το ήξερε ότι τον αποκαλούσαν χουντικό και έλεγε: «Δεν με ενδιαφέρει. Θέλω να γίνουν αυτά τα έργα. Τα άλλα είναι βλακείες». Μάλιστα ακόμη και η μάνα μου, τον είχε αποκαλέσει χουντικό κι είχε μαλώσει γι’ αυτό με τη θεία μου.

Η Ερυθραία εξαπλωνόταν. Προέβλεπε ο Αναγνώστου, πως έπρεπε να δημιουργηθεί και δεύτερη ενορία. Ήθελε λοιπόν την Αγία Ματρώνα. Τον προφταίνει ο Παπα-Κώστας και γκρεμίζει την εκκλησία για να μην γίνει δεύτερη ενορία. Και κάνει ο Αναγνώστου ακόμη πιο μεγάλη εκκλησία. Το γράφει στο βιβλίο του ο Δόμβρος.

Η μοναδική εκκλησία της Ερυθραίας, χτίστηκε προπολεμικά με προσωπική εργασία των Ερυθραιωτών και σιγά-σιγά καλλωπιζότανε. Πολύ αργότερα αγιογραφήθηκε το τέμπλο με ωραιότατες εικόνες από τον φωτισμένο λαϊκότροπο ζωγράφο Φώτη Κόντογλου, και αργότερα φτιάξανε κάτω από τους τρούλους της, στο μωσαϊκό, ένα μεγάλο δικέφαλο αετό, χαραγμένο με χοντρές μαύρες γραμμές. Στην είσοδο δεξιά, το βαρύ παγκάρι με τα κεριά, κάπου πιο μέσα αριστερά ένα μεγάλο εικονοστάσι με την Αγία Τριάδα που τα χρώματα είχαν λίγο χαλάσει από τον ήλιο. Από πάνω είχε μια επιγραφή «Αφιέρωμα Αδελφότητας Τεχνιτών Νέας Ερυθραίας». Τη βουτήξανε την επιγραφή και μαζί πήρανε και τις παιδικές αναμνήσεις πολλών από εμάς και ούτε που μας ρωτήσανε. Τυχεροί ας είναι και ας την θαυμάζουν εκείνοι που την έχουν.

Όταν έφυγε από τη ζωή ο Αναγνώστου, δεν υπήρχε τάφος. Έδωσαν έναν στην άκρη, στο ρέμα, ελλείψει τάφων. Η θεία μου Καλλιόπη αρνήθηκε. Δημιουργήθηκαν τριβές και εκείνη δήλωσε πως αγοράζει πρώτης κατηγορίας τάφο για τον σύζυγό της. Δήμαρχος η κυρία Ταμβάκη. Τότε δήλωσαν από το Δήμο πως δέχονται να τον φιλοξενήσουν για 3 χρόνια. Οι πολιτικές αγκυλώσεις της φυλής μας στο μεγαλείο τους. Λες και στα χρόνια της χούντας οι ανάγκες της περιοχής είχαν μπει στην κατάψυξη και ουδείς έπρεπε να προσφέρει ως κοινοτάρχης στη Νέα Ερυθραία.

Στεφάνι στο Μήτσο Αναγνώστου κατέθεσε μόνον ο Μουστάκης. Η θεία μου απογοητευμένη από τη συμπεριφορά κάποιων συμπατριωτών της, ζήτησε από τον ξάδελφό μου Βασίλη Παρδάλη, ο οποίος συμπαραστάθηκε για πολλά χρόνια με απίστευτη αγάπη και αφοσίωση στο άτεκνο ζεύγος Δημήτρη και Καλλιόπης Αναγνώστου, όταν εκείνη φύγει από την ζωή να την πάει στον οικογενειακό τάφο του πατέρα της Βασίλη Παρδάλη στον Άγιο Τρύφωνα, στο κοιμητήριο της Κηφισιάς. Κάτι που ιδιαίτερα λύπησε πολλές Ερυθραιώτισσες, που πραγματικά τη θεία μου την αγαπούσαν και την τιμούσαν. Ο Αναγνώστου στη διαθήκη του, άφησε στη θεία μου, μόνον τη μικρή του σύνταξη, αλλά άφησε και την αίσθηση υπερηφάνειας ότι έζησε με έναν άνθρωπο που προσέφερε πολλά στον πόλεμο στην πατρίδα του, πολλά στο Κηφισιώτικο ποδόσφαιρο, πολλά στην αγαπημένη του Νέα Ερυθραία την οποία κατέστησε πόλη κι όλα αυτά με ανιδιοτέλεια και τιμιότητα.

Υστερόγραφο:
Προσπάθησα να περιγράψω τα γεγονότα όσο πιο ανεπηρέαστα γίνεται, τηρώντας τον λόγο που κάποτε έδωσα στον αδελφό του Φώτη. Εκείνος μου ζήτησε να του το υποσχεθώ, μετά την εκδημία του αδελφού του και αφού δεν μπόρεσε να διαβάσει τον επικήδειο, που είχε ετοιμάσει και τον οποίο μου ενεχείρισε. Εκ των προτέρων απολογούμαι αν κάποια, από εκείνα που έχουν διηγηθεί, εμπεριέχουν στοιχεία που είναι ελλειπή ή μονόπλευρα.

Κηφισιά,
Δεκέμβριος 2016