Put the grandpa down, Frixos!

frixosgrand

Για να γλυτώσω, σύντροφοι, την πείνα και τη δίψα,
προσύμφωνο συμβίωσης με γέροντα συνήψα.
Εδώ ο παππούς, εκεί ο παππούς,
πούν’ ο παππούς, βρε Φρίξο;
Έφτυσα! Εν ριπή οφθαλμού, προτού ξυστώ και βήξω,
βγάλτον απ’ το γεράδικο που θα σου υποδείξω
και στο τσαρδί μου φέρτονε, αν θες να μη σε πνίξω!
Αν δεν τον φέρεις πάραυτα, τα δόντια θα σου τρίξω.
Σπεύδε και μην καθυστερείς, γιατί θα σε ζουπήξω!
Διάπλατα την πόρτα μου στον γέροντα θ’ ανοίξω,
σχέσεις αγαπησιάρικες μαζί του θ’ αναπτύξω,
άψογη συμπεριφορά εγγόνου θα επιδείξω.
Ούτε στιγμή με του παππού τα χούγια δεν θα πλήξω:
χάρη σ’ αυτόν, τις ηδονές του βίου θα ρουφήξω.
Σε πιθανούς σφετεριστές του γέρου θα χουμήξω:
Χωρίς, ανάξιοι συγγενείς, να θέλω να σας θίξω,
σ’ εσάς τους επιλήσμονες το ανάθεμα θα ρίξω.
Πού ήσασταν τόσον καιρό προτού πλακώσει η κρίση;
Έχοντας τον πρεσβύτη σας σε χέρια ξένα αφήσει
και τα καθήκοντά σας ως οικείοι παραμελήσει,
φραγκάτοι μου το παίζατε σε Γκστάαντ και Καρπενήσι,
με δανεικά που είχατε από Τράπεζες αντλήσει,
μα τώρα που ο Κατρούγελος σας έκοψε το βήχα,
περίγελος γινήκατε του brother Κατσιμίχα.
Άλλος την καρμπονάρα του απολαμβάνει αλ ντέντε,
άλλος διορίζει κολλητούς στη ΔΕΗ σαράντα πέντε –
η Ρόζα-Ρίτα στην αρχή κι εσύ στο παρά πέντε.
Παππού γυρεύεις μα είν’ αργά, τη σύνταξή του τώρα
με γάτους τη μοιράζεται που την υστάτην ώρα
πιάσαν σωστά το μήνυμα στων αραχτών τη χώρα.
Αφού εγκαίρως βάλανε φρένο στη νεκροφόρα,
σπεύσανε και καπάρωσαν της λαμογιάς τα δώρα.
Γελάδια εμείς ζητήσαμε, μα αυτοί μας φέραν γάτους.
Γαϊδάρους θα τους δώσουμε κι εμείς καραμπινάτους!
Τρώει η κατσίκα ταραμά; Η κότα καλαμπόκι;
Τρώει ο λαός κουτόχορτο, ο γκουρμεδιάρης νιόκι;
Δανείζει ο Σόιμπλε άτοκα ή θέλει πανωτόκι;
Γιαγιά με Νόμπελ έκατσε στη φίλη Θεοδώρα,
ο δε Λεβέντης σα λαγός τρέχει στην ανηφόρα
απ’ τα λιοντάρια του Ένφια να γλυτώσει, τα αιμοβόρα,
ενώ οι κοριοί θεριέψανε και φάγαν τον Καμμένο,
καρχαριομάχο ξακουστό, μπαρουτοκαπνισμένο,
που στο ένδοξο νησί της Κω περνάει Ζωή και κότα –
με Κώους να του την πέφτουνε, κατά τα ειωθότα:
κοτοβολίες με στόχο ευθύ τα τροφαντά του νώτα.
Έκαν’ η κότα το αυγό ή το αυγό την κότα;
Άσε την κότα κάτω, βρε, τον Φλαμπουράρη ρώτα:
Τη φουκαριάρα μάνα του ο Ιάσων αν διορίζει,
δικαιούται και ο μπάρμπας μου,
που τον Κυριάκο βρίζει,
ως λάβρος αντιφιλελές σε διορισμό να ελπίζει;
Εδώ έχουν σεφ ντε καμπινέ ο Ολάντ και ο Ομπάμα,
στον Τζέισον θα κολλήσουμε,
που ‘ναι και πρώτο πράμα;
Μα δεν τον έχεις ακουστά τον γεματούλη ράπερ
που χώνει της κυρα Τασίας τα γεμιστά στο τάπερ;

Φρίξος ο Κηφισόγατος:
Κεφάλια παίρνει ο Μπαλτάς με κοφτερό μαχαίρι.
Λούκους, Μηλιούς, Λιβαθηνούς
ξεγράφει απ’ το τεφτέρι,
ενώ οι γραβατάκηδες, ένα κεφάτο ασκέρι
κι οι θαρραλέοι της αγροτιάς καβάλα στο τρακτέρι,
μ’ ανάρχες στο ψοφόκρυο γινήκαν συνεταίροι.
Μπούζι τα κωλομάγουλα!
– λες να μας φταιν’ οι εταίροι;